Χορός

Η Λίντα Καπετανέα φαβορί για Καλλιτεχνική Διευθύντρια του Φεστιβάλ Χορού!

Στο δημαρχείο της μεσσηνιακής πρωτεύουσας βρέθηκε το μεσημέρι η καταξιωμένη χορογράφος και χορεύτρια Λίντα Kαπετανέα όπου συναντήθηκε με τον δήμαρχο Καλαμάτας Παναγιώτη Νίκα, παρουσία της Προέδρου της Κοινωφελούς Επιχείρησης “ΦΑΡΙΣ” Αναστασία Μπελογιάννη , του δημοτικού συμβούλου Δημήτρη Μπούχαλη και τέθηκε το ενδεχόμενο να αναλάβει τη θέση της καλλιτεχνικής διευθύντριας του Διεθνούς Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας, εκφράζοντας και η ίδια το ενδιαφέρον της για τη θέση αυτή.

Η σημερινή συνάντηση – γνωριμίας είχε το νόημα της “άτυπης” συνέντευξης που περνά κάποιος πριν αναλάβει μία θέση ευθύνης, με την Λίντα Καπετανέα, η οποία κατάγεται από την Σαϊδώνα της Δυτικής Μάνης και έχει στενούς δεσμούς με την Καλαμάτα, να αποκτά σοβαρό προβάδισμα για την ανάληψη της θέσης αυτής, μετά την παραίτηση της Κατερίνας Κασιούμη η οποία πέρσι είχε καλέσει τη Λίντα Καπετανέα και πήρε μέρος στο 22ο φεστιβάλ χορού με τους “RootlessRoot” κατά κόσμον Λίντα Καπετανέα και Γιόζεφ Φρούτσεκ που παρουσίασαν το Europium !

Φυσικά η διαδικασία πρόσληψης νέας καλλιτεχνικής διευθύντριας συνεχίζεται, αλλά πολύ δύσκολα δεν θα δούμε την Λίντα Καπετανέα στη θέση αυτή…

Κι έχει προβάδισμα μέχρι στιγμής και με αξιοκρατικά κριτήρια γιατί πρόκειται για μια μεγάλη προσωπικότητα στον χώρο του χορού , στην Ελλάδα και παγκόσμια, αλλά και την εντοπιότητα θα την υπολογίσουμε στα συν…
Διαθέτει που λέμε “όλο το πακέτο”!

Πρωταγωνίστρια στην καμπάνια ενημέρωσης για τον καρκίνο του μαστού

Η διεθνής performing artist Λίντα Καπετανέα ήταν πριν δυο χρόνια το κεντρικό πρόσωπο της καμπάνιας της Novartis Oncology για την ολιστική αντιμετώπιση του καρκίνου του μαστού.
Μαζί με τον σλοβάκο σύζυγό της Γιόζεφ Φρούτσεκ (αμφότεροι χορευτές με αθλητικό υπόβαθρο) δημιούργησαν το 2006 τους Rootlessroot, οικοδομώντας μια δική τους γλώσσα φυσικής έκφρασης – ωμή, τραχιά, ενίοτε και οδυνηρή – που τους εξασφάλισε συμμετοχές και βραβεία σε μεγάλα φεστιβάλ του εξωτερικού .

Η ίδια είχε τότε εξηγήσει στο BHMAgazino γιατί παρότι μοιάζει μια μάλλον ασυνήθιστη «ηρωίδα» για μια τέτοια δράση (καθότι ουδέποτε «συναντήθηκε» με τον καρκίνο του μαστού) συμπυκνώνει καθ’ ολοκληρίαν, ως γυναίκα και ως καλλιτέχνις, το μήνυμα: «Eίσαι γυναίκα. Είσαι δύναμη!».
Μια γυναίκα που δουλεύει ασταμάτητα, ταξιδεύει ασταμάτητα, χορεύει, διδάσκει, χορογραφεί και έχει και δύο παιδιά!

H Λίντα μιλά για την Λίντα!

“Γεννήθηκα στα Πατήσια και μεγάλωσα εκεί μέχρι τα 24 μου. Θυμάμαι να παίζω μικρή στους δρόμους όλα αυτά τα αυτοσχέδια παιχνίδια που σήμερα είναι αδύνατον να χαρεί ένα παιδί της πόλης. Παρότι δεν ήμουν το ανέμελο παιδί της ηλικίας μου, αφού έκανα από μικρή πρωταθλητισμό, την αίσθηση της ανοιχτής πόλης την κρατάω ζωντανή ακόμα. Οι περισσότερες εικόνες μου, πάντως, είναι από τα αμέτρητα πηγαινέλα με τα λεωφορεία για προπονήσεις. Μέχρι τα δέκα μου γυμναζόμουν καθημερινά στη Γλυφάδα ως αθλήτρια της ενόργανης, κατόπιν στους Αμπελόκηπους. Η βασική μου διαδρομή ήταν από την καρδιά του γυμναστηρίου, στην αγκαλιά της μητέρας μου. Άθληση και ύπνος. Τα αγαπώ ακόμη πολύ και τα δύο. Το γυμναστήριο ήταν για εμένα και την αδελφή μου τρόπος ζωής, σε σημείο που να κλείνουμε, φεύγοντας κάθε βράδυ, το γυμναστήριο της Γλυφάδας και να παίρνουμε μαζί τα κλειδιά. Ήταν κυριολεκτικά το δεύτερο σπίτι μας. Γι’ αυτό και ήταν σοκαριστικό ν’ ακούω τον γυμναστή μου να μου λέει στα 16 ότι πρέπει να σταματήσω την ενόργανη επειδή ήμουν ψηλή. Δεν ήξερα να κάνω τίποτε άλλο, μέχρι που μια γνωστή μού έριξε την ιδέα να ξεκινήσω χορό. Στην αρχή δεν μου άρεσε και πήγαινα στα μαθήματα επειδή είχα μάθει να πειθαρχώ. Σταδιακά, όμως, άρχισε να με τραβάει, μέχρι που τον λάτρεψα. Από τότε δεν έχω κάνει καμιά άλλη δουλειά. Ζω από το χόμπι μου. Στη Νέα Υόρκη βρέθηκα με υποτροφία από το ΙΚΥ.

Για δύο χρόνια απορροφούσα τα πάντα με μανία σε μια μεγαλούπολη που επιβεβαίωνε με κάθε τρόπο το όνομά της. Επρόκειτο για το κατεξοχήν κέντρο του χορού τότε –σε αντίθεση με σήμερα, που είναι η Ευρώπη- κι έτσι μπορούσα να χαρώ τη συγκυρία ενός ζωντανού και απέραντου σχολείου. Συγκεντρώθηκα, δούλεψα, κατέστρεψα τα γόνατά μου, πάλεψα σκληρά. Αλλά ήμουν γεμάτη ενθουσιασμό. Με δικαίωσαν και οι δάσκαλοί μου: ο Jeremy Nelson άσκησε καταλυτική επιρροή στη μετεξέλιξή μου, ενώ αγάπησα πραγματικά πολύ την Irene Hultman. Αυτή είναι που με δίδαξε πολλά για το πώς να χρησιμοποιώ το σώμα μου. Θυμάμαι ακόμη να μένουμε κλεισμένες για ώρες σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου και να μου εξηγεί με κάθε λεπτομέρεια πώς χρησιμοποιεί μια συγκεκριμένη κίνηση. Από τη Νέα Υόρκη άρχισα να κατακτώ τον κόσμο. Είδα άπειρες παραστάσεις, ήρθα σε επαφή με μορφές ανυπέρβλητες: Wally Cardona, Jeremy Nelson, Trisha Brown. Η ομάδα του Cunningham ήταν φοβερή τότε κι έβλεπες πολλά παραπάνω από την τελείωση μιας τεχνικής. Εννοείται ότι έμεινα έκπληκτη από την Πίνα Μπάους. Είδα και τη σχετική ταινία, αλλά θα προτιμούσα να είχαν μιλήσει για την άλλη πλευρά της Πίνα, την πιο αυστηρή, όπως την είχε αναδείξει ένα άλλο ντοκιμαντέρ γύρω από το όνομά της. Είναι πολλές οι ταινίες για διάφορες εκδοχές του χορού, άλλες καλές, άλλες χειρότερες, άλλες υπερτιμημένες. Και η αλήθεια είναι ότι δεν μου άρεσε καθόλου το Black Swan. Δεν έχει καμιά σχέση με την πραγματικότητα και με την εικόνα που έχω εγώ για τον χορό, αν και, για να πω την αλήθεια, δεν ξέρω ακριβώς τι συμβαίνει με τις ομάδες του μπαλέτου.
Γνωρίστηκα με τον Γιόζεφ όταν χορεύαμε μαζί στο συγκρότημα του Wim Vandekeybus «Ultima Vez» το 2002.
Το 2006 ήρθαμε στην Ελλάδα και φτιάξαμε τους «Rootless Root» μαζί με το νεογέννητο τότε παιδί μας, που μας ακολουθούσε παντού: πρόβες, περιοδείες, παραστάσεις. Τη μεταφέραμε μέσα σε μάρσιππο σε διάφορες γωνιές του κόσμου κι έγινε ένα με τη δουλειά μας. Είναι ωραίο, νομίζω, που εξακολουθεί να μεγαλώνει γύρω από τη σκηνή. Τη φέρνω μαζί μου στις πρόβες γιατί θέλω να ξέρει πώς ακριβώς έχουν τα πράγματα, ότι χορός δεν είναι μόνο παπουτσάκια μπαλέτου και ομορφιά – κάτι που μάλλον καταλαβαίνει, αφού έχει δει και την άλλη πλευρά, το πώς είμαστε στο στούντιο, πόσο προβληματιζόμαστε με το αποτέλεσμα, τη σκληρή δουλειά που υπάρχει από πίσω. Σε λίγες μέρες περιμένω να έρθει στον κόσμο και το δεύτερο παιδί μου, που προφανώς θα μεγαλώσει με τις ίδιες εικόνες. Αν δεν είχα τόσες δουλειές και δεν χρειαζόταν να πηγαινοέρχομαι τόσο πολύ στο αεροδρόμιο, δεν θα έμενα στην Αθήνα. Και ο Γιόζεφ το ίδιο μου λέει, πόσο του λείπουν τα πάρκα και το πράσινο που είχε συνηθίσει να βλέπει στην πατρίδα του, την Μπρατισλάβα. Γι’ αυτό και πηγαίνει συχνά στο άλσος στη Νέα Φιλαδέλφεια, ενώ εγώ λατρεύω τη θάλασσα. Θα μου άρεσε αυτή η πόλη να είναι πιο ανθρώπινη, να έχει ένα πάρκο για τα παιδιά, να μην έχει παραδοθεί άνευ όρων στην ασχήμια. Τα σκουπίδια είναι επίσης κάτι που με ενοχλεί πολύ. Όταν, όμως, προσγειώνομαι με το αεροπλάνο στην Αθήνα και βλέπω αυτό τον εκτυφλωτικό ήλιο και το απέραντο γαλάζιο, αισθάνομαι μια ζεστασιά απέραντη.
Μου έρχονται εικόνες θαλπωρής, νιώθω την αγκαλιά της οικογένειάς μου και των φίλων μου. Έτυχε να βρούμε τον Τζον Πάρις στο Λονδίνο, ενώ ήμασταν ακόμα σε περιοδεία, και η συνεργασία μας προέκυψε πολύ απλά….”

Πηγή: www.lifo.gr

To Top