ΚΟΙΝΩΝΙΑ

77 χρόνια από το ηρωικό ΟΧΙ

Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΤΟΥ 1940 ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΑ ΠΡΩΤΟΣΕΛΙΔΑ ΤΩΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΩΝ – ΤΙ ΕΛΕΓΑΝ ΟΙ ΙΤΑΛΟΙ

Η 28η Οκτωβρίου 1940, το ΟΧΙ και η εποποιία στα βουνά της Αλβανίας, αποτελεί για τους σύγχρονους Έλληνες τη συνέχεια της μακραίωνης Ελληνικής παράδοσης, που στέφεται από νικηφόρους αγώνες για την προάσπιση της ελευθερίας, της ιστορίας, του λαού και των προγονικών βωμών και εστιών.

Για τους απανταχού Έλληνες η ημέρα αυτή αποτελεί οδηγό –φάρο για κάθε δύσκολη στιγμή και έρχεται κάθε φορά να μας θυμίζει ότι δεν πρέπει να λησμονούμε τους ανθρώπους που μας χάρισαν την ελευθερία, τους ήρωες και αγωνιστές. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ποιοι είμαστε, γιατί είμαστε ο λαός που παραδειγμάτισε, ενέπνευσε και εμψύχωσε όλους τους αγωνιζόμενους λαούς και έδωσε το σύνθημα της αντίστασης στο φασισμό σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Ο λαός που στάθηκε ενωμένος και αντέταξε το βροντερό ΟΧΙ μπροστά στην προκλητική απαίτηση των Ιταλών να εισέλθουν στη χώρα μας και μετέπειτα στην χειμαρρώδη επέλαση των ατσάλινων στρατιών του Χίτλερ, σε έναν παρανοϊκό πόλεμο, που κόστισε εκατομμύρια ανθρώπινες ψυχές και σημάδεψε ανεξίτηλα την ανθρωπότητα.
Ο εθνικός αγώνας της 28ης Οκτωβρίου για εμάς τους Έλληνες είχε μόνο το χρώμα της γαλανόλευκης, του σταυρού και της ελευθερίας.

Η εθνική ομοψυχία, η ενότητα απέναντι στον υπεράριθμο αντίπαλο, η πίστη για τη νίκη είναι τα πιο σημαντικά μηνύματα αυτής της επετείου, που πρέπει να μείνουν ως παρακαταθήκη στα παιδιά και τα εγγόνια μας.

Η ημερήσια διαταγή Καμμένου για την 28η Οκτωβρίου
«Το ΟΧΙ περιλαμβάνει και τη διαφύλαξη των υψηλών αξιών του ελεύθερου και πολιτισμένου κόσμου»

Με το ανάλογο μήνυμα για την 28η Οκτωβρίου είναι η ημερήσια διαταγή του υπουργού Εθνικής Άμυνας Πάνου Καμμένου. «Το αθάνατο ΟΧΙ περιλαμβάνει όχι μόνο τους διαχρονικούς αγώνες του ελληνικού Έθνους για την υπεράσπιση της ελευθερίας αλλά και τη διαφύλαξη των υψηλών αξιών του ελεύθερου και πολιτισμένου κόσμου», επισημαίνει μεταξύ άλλων ο υπουργός, στην ημερήσια διαταγή του, με την ευκαιρία του εορτασμού της εθνικής επετείου.

«Η επέτειος της 28ης Οκτωβρίου 1940 είναι ημέρα εθνικής ενότητας και υπερηφάνειας. Σύσσωμος ο ελληνικός λαός έγραψε με ανεξίτηλο τρόπο σελίδες δόξας απέναντι στην επίθεση του φασισμού κατά των οσίων και ιερών της πατρίδας μας. Η ηρωική αυτή αντίσταση της Ελλάδας υπήρξε όμως και ιστορικό γεγονός παγκόσμιας εμβέλειας, κρίσιμο για την πορεία του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου» παρατηρεί.

Παράλληλα, σύμφωνα με το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων, επισημαίνει «σήμερα περισσότερο από ποτέ αυτόν τον αγώνα πρέπει να τον έχουμε ως ιερή παρακαταθήκη και να συνεχίσουμε να υπενθυμίζουμε σε φίλους και αντιπάλους κάτι πολύ σημαντικό και σπουδαίο, ότι η Ελλάδα είναι ελεύθερη εξαιτίας της θυσίας και του αίματος που έχυσαν οι ήρωες μας στα πεδία των μαχών».

Και συνεχίζει: «Ζούμε σε μία περίοδο γεωπολιτικών αμφισβητήσεων και ανακατατάξεων οι οποίες εκτυλίσσονται με ταχύτατους ρυθμούς. Η Ελλάδα έχει ισχυρή και δυναμική παρουσία στη διεθνή πολιτική σκηνή και αναδεικνύεται σε πυλώνα σταθερότητας και ειρήνης στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιανατολικής Μεσογείου, συμβάλλοντας ουσιαστικά στην προώθηση της συνεργασίας των λαών, διαχειριζόμενη με αυτοπεποίθηση τις προκλήσεις του σύγχρονου κόσμου».

Απευθυνόμενος προς το στρατιωτικό προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων και τους εθνοφύλακες ο κ. Καμμένος τονίζει: «Χάρη σε εσάς μπορούμε να εκπέμπουμε τα μηνύματα που μας χαρακτηρίζουν ως έθνος, τα μηνύματα της ειρήνης και της ασφάλειας, της φιλίας και της συνεργασίας, αλλά και της αποφασιστικότητας για την υπεράσπιση των εθνικών μας δικαίων».

Ο υπουργός Εθνικής Άμυνας διαβεβαιώνει ότι «τα στελέχη, τα στρατευμένα παιδιά και οι εθνοφύλακες μας υπερασπίζονται την εδαφική ακεραιότητα και ανεξαρτησία της Πατρίδας, ενστερνιζόμενοι στο έπακρο τον όρκο που έχουν δώσει στη Σημαία να την υπερασπίζονται «μέχρι της τελευταίας ρανίδας του αίματός τους» και μας διασφαλίζουν τα μείζονα αγαθά, την ελευθερία, την κυριαρχία και την εδαφική ακεραιότητα της χώρας».

Ταυτόχρονα, προσθέτει, «η πολιτική και στρατιωτική ηγεσία του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας δρα συνεχώς με γνώμονα τη διαρκή ενίσχυση της αμυντικής θωράκισης των Ενόπλων Δυνάμεων, ενισχύοντας την αποτρεπτική μας ικανότητα. Παράλληλα είναι σε εξέλιξη συνεχείς δράσεις για την ουσιαστική βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης των στελεχών και των στρατευμένων μας, στόχο υψίστης προτεραιότητας για εμάς».

Ο υπουργός Εθνικής Άμυνας προτρέπει: «ας δώσουμε όλοι μαζί, τη δική μας υπόσχεση, ότι οι αγώνες και τα κατορθώματά τους θα αποτελούν φάρο της εθνικής μας συνείδησης. Τιμή και δόξα στην ηρωική γενιά του 1940 που έδωσε τα πάντα για το Έθνος και την πίστη μας. Υπό την Αγία Σκέπη της. Υπεραγίας Θεοτόκου, σας καλώ όλους να συνεχίσετε με τον ίδιο ζήλο το εθνικό σας έργο» καταλήγει.


Τι λέγανε αλήθεια οι Ιταλοί για τον πόλεμο του 1940;

Πιο αισιόδοξοι από όλους ήταν οι στρατηγοί του ιταλικού Γ.Ε.Σ. Ο αρχηγός του, ο στρατηγός Γκρατσιάνι, δεν πίστευε στη μαχητικότητα του ελληνικού στρατεύματος

«Θα σας δούμε πάλι μετά από 2 εβδομάδες». Αυτή ήταν η φράση με την οποία οι Ιταλοί στρατιώτες αποχαιρετούσαν τους φίλους τους κατά την αναχώρηση των ιταλικών στρατευμάτων από την Αλβανία για τα ελληνικά σύνορα, μέσα σε συνθήκες αληθινής γιορτής. Η παραπάνω φράση δείχνει με τον ποιο καθαρό τρόπο τη σιγουριά, τη βεβαιότητα, την αλαζονία που κυριαρχούσε στο ιταλικό στρατόπεδο για την έκβαση του πολέμου. Ήταν αισιόδοξοι ότι θα πετύχουν μια κεραυνοβόλα επιτυχία ανάλογη με εκείνες που είχαν πετύχει μέχρι τότε οι σύμμαχοί τους, οι Γερμανοί, καθώς πίστευαν ότι οι Έλληνες δεν θα τους πρόβαλλαν αξιόλογη αντίσταση.

Πιο αισιόδοξοι από όλους ήταν οι στρατηγοί του ιταλικού Γ.Ε.Σ. Ο αρχηγός του, ο στρατηγός Γκρατσιάνι, δεν πίστευε στη μαχητικότητα του ελληνικού στρατεύματος και μάλιστα στην τελική διαταγή επιχειρήσεων στις 20 Οκτωβρίου 1940 μεταξύ άλλων αναφέρει ότι «οι επιχειρήσεις θα αρχίσουν χωρίς την άφιξη των προβλεπόμενων ενισχύσεων». Τόσο σίγουροι ήταν για την τελική επικράτηση.

Τα ξημερώματα της 28ης Οκτωβρίου 1940 οι Ιταλοί παραβιάζουν τα ελληνικά σύνορα. Οι πρώτες πληροφορίες από το μέτωπο μιλούν για ταχύτατη προέλαση των ιταλικών στρατευμάτων (χωρίς μάλιστα αεροπορική στήριξη) και προκαλούν μεγάλο ενθουσιασμό στην Ιταλία. Οι Ιταλοί επιτελάρχες ερμήνευσαν μάλλον λάθος την «βάση σχεδίου» σύμπτυξη των ελληνικών προκαλυπτικών τμημάτων την πρώτη μέρα. Νόμισαν ότι οι ελληνικές δυνάμεις υποχωρούν. Ο Υπουργός Εξωτερικών Τσιάνο γράφει στο ημερολόγιό του στις 28 Οκτωβρίου ότι «παρά την κακοκαιρία τα στρατεύματά μας προελαύνουν γρήγορα μολονότι δεν υποστηρίζονται από την αεροπορία… Ο Ντούτσε είναι ευδιάθετος», ενώ την επομένη γράφει ότι «ουδείς κινείται να βοηθήσει τους Έλληνες. Τώρα είναι απλώς θέμα ταχύτητας».

Το ίδιο αισιόδοξο πνεύμα μαρτυρούν και τα πολεμικά ανακοινωθέντα, π.χ. το υπ’ αριθμόν 147 της 1ης Νοεμβρίου αναφέρει ότι «οι εις Ήπειρον επιχειρήσεις εξελίσσονται κανονικά. Τα στρατεύματά μας έφθασαν στον οδικό κόμβο Καλιμπάκι» (έτσι λανθασμένα αποκαλούσαν το Καλπάκι).

Το αλαζονικό πνεύμα φαίνεται ολοκάθαρα και στα λεγόμενα στο βιβλίο του αρχηγού Γ.Ε.Α. Φ. Πρίκολο («Αδράνεια κατά ηρωισμού», 1946). Αναφέρει ότι ο Μουσολίνι εμπιστευόταν τον αρχιστράτηγο των επιχειρήσεων Β. Πράσκα και ότι άκουσε τον στρατηγό Σοντού (υφυπουργό Στρατιωτικών) να διαβεβαιώνει ότι απαιτείται 1 εβδομάδα να καταλάβει ο ιταλικός στρατός τα Γιάννενα και 15-20 μέρες την Πρέβεζα. Μάλιστα ανέθεσε στον στρατηγό Πρίκολο να μεταβεί στο μέτωπο και να επιδώσει συγχαρητήρια επιστολή στον αρχιστράτηγο.

Πράγματι στις 2 Νοεμβρίου τον συνάντησε στο ηπειρωτικό μέτωπο (μεταξύ Δολιανών και Καλπακίου) και επέδωσε στον Πράσκα την επιστολή του Μουσολίνι, με την οποία τον συνέχαιρε για τη μέχρι τώρα εξέλιξη των επιχειρήσεων, του έκανε γνωστό ότι η αποβατική επιχείρηση εναντίον της Κέρκυρας αναβάλλεται και ότι θα στείλει ενισχύσεις (τη μεραρχία «Μπάρι», που προοριζόταν για την Κέρκυρα και 3 ακόμη από Ιταλία). Ο στρατηγός Πράσκα είπε: «μπορείτε να ανακοινώσετε στον Ντούτσε ότι πρέπει να είναι τελείως ήσυχος. Με τις 3 μεραρχίες ή και χωρίς αυτές υπολογίζω να είμαι σε 3 μέρες στα Ιωάννινα και σε 1 εβδομάδα στην Πρέβεζα. Οι Έλληνες αντιτάσσουν ψεύτικη αντίσταση και τράπηκαν σε φυγή. Αφού πέρασαν 6 μέρες από την έναρξη των επιχειρήσεων, δεν υφίσταται πλέον κίνδυνος και στο μέτωπο της Κορυτσάς. Οι Έλληνες δεν επιτέθηκαν μέχρι τώρα και δεν πρόκειται να επιτεθούν πλέον».

Η απόφαση του Μπενίτο Μουσολίνι να επιτεθεί στην Ελλάδα χωρίς τις απαραίτητες δυνάμεις είχε δύο αιτίες: την βαθιά περιφρόνηση για τους Έλληνες και την εμμονή του να αποδείξει στον Χίτλερ οτι και αυτός μπορούσε να δημιουργήσει τετελεσμένα γεγονότα

Επιπλέον ο Ιταλός πολιτικός διοικητής στην Αλβανία Τζακομόνι μετέδιδε στον Πράσκα στις 2 Νοεμβρίου: «όταν φτάσεις στην Πρέβεζα θα ονομασθείς στρατηγός στρατιάς και όταν φτάσεις στην Αθήνα στρατάρχης της Ιταλίας».

Όμως η αισιοδοξία των Ιταλών κράτησε μόνο 6 μέρες. Ο στρατηγός Αρμελλίνι του Γενικού Επιτελείου έγραφε στο ημερολόγιό του στις 3 Νοεμβρίου: «ο πόλεμος στην Ελλάδα προχωρεί αργά και με μεγάλες δυσχέρειες, αντίσταση κατά των στρατευμάτων μας … ενώ θα έπρεπε, κατά τις πληροφορίες που μας δίνονταν, να έχουν γίνει δεκτά με ανοιχτές αγκάλες. … Στην Ήπειρο η προέλαση εξελίσσεται αργά, στην Κορυτσά οι Έλληνες εξαπέλυσαν επίθεση με μικρές επιτυχίες. Οι επιχειρήσεις δεν είναι τόσο αναίμακτες, όπως οι Τζιακομόνι, Τσιάνο και η παρέα τους πίστευαν …».

Αντίθετα ο Τσιάνο από την Αλβανία στέλνει επιστολή στον Ντούτσε και τον ενημερώνει ότι: «οι επιχειρήσεις βαίνουν καλώς και η ελληνική αντίσταση παρουσιάζεται ασθενής, πλην όμως, για να επιτευχθεί η ενέργεια, …. θα ήταν απαραίτητη η άμεση αποστολή των τριών μεραρχιών». Όμως το πολεμικό ανακοινωθέν με αριθμό 149 της 3ης Νοεμβρίου επιβεβαιώνει ότι οι επιχειρήσεις εμφανίζουν στασιμότητα.

Αυτή η νέα κατάσταση στο μέτωπο δημιούργησε κλίμα ανησυχίας στην Ιταλία. Στις 4 Νοεμβρίου ο Μουσολίνι καλεί σε σύσκεψη τους αρχηγούς των επιτελείων και αποφασίστηκε η αποστολή 12 τουλάχιστον μεραρχιών στην Αλβανία και η αντικατάσταση του στρατηγού Πράσκα με τον στρατηγό Ουμπάλντο Σοντού, πρώην υφυπουργό Στρατιωτικών.

Ο Πράσκα όμως εξαπατήθηκε, γιατί του αναγγέλθηκε η αντικατάσταση όχι αμέσως, αλλά στις 9 Νοεμβρίου. Η πικρία που ένιωσε ο απερχόμενος στρατηγός φαίνεται στο βιβλίο, που έγραψε αργότερα: «… το απόγευμα της 5ης Νοεμβρίου δέχθηκα απροσδόκητη επίσκεψη του στρατηγού Σοντού στο στρατηγείο στη Δερβιτσάνη. Είχα ακόμη εμπιστοσύνη σε αυτόν… Με αγκάλιασε … μου είπε ότι ήρθε να με βοηθήσει ιδίως στην επίσπευση της μεταφοράς ενισχύσεων. … Την επομένη επέστρεψε και μου διευκρίνισε ότι ήλθε στην Αλβανία όχι μόνο για να βελτιώσει τις μεταφορές, αλλά και ως εντεταλμένος του Μουσολίνι, να μελετήσει επί τόπου την κατάσταση. Οι δυνάμεις μας έπρεπε να αυξηθούν σημαντικά και να σχηματιστεί μια ομάδα με 2 στρατιές, μια στην Ήπειρο και άλλη στον τομέα της Κορυτσάς. Θα ανελάμβανε τη διοίκηση της Ομάδας Στρατιών και εγώ, αν δεχόμουν, θα γινόμουν διοικητής της Στρατιάς Ηπείρου. … Με παρακαλούσε θερμά να δεχθώ και εξ ονόματος του Μουσολίνι. Απάντησα ότι δέχομαι … με φίλησε … και μου είπε: θα δεις πόσο καλά θα συνεργαστούμε, θα γίνουμε και οι δύο στρατηγοί στρατιάς και κατόπιν στρατάρχες της Ιταλίας».

Αυτές οι ίντριγκες συνέβαιναν στο ιταλικό στρατόπεδο, ενώ ο Τσιάνο έγραφε στο ημερολόγιό του στις 6 Νοεμβρίου: «Ο Ντούτσε είναι δυσαρεστημένος από την εξέλιξη των πραγμάτων στην Ελλάδα. Ο εχθρός επιτέθηκε στην Κορυτσά, όπου σημείωσε μερικές προόδους. Πάντως είναι γεγονός ότι σήμερα, όγδοη ημέρα των επιχειρήσεων, η πρωτοβουλία περιήλθε στον εχθρό».

το ημερολόγιο

Στις 7 Νοεμβρίου από το ημερολόγιο του Τσιάνο φαίνεται ότι η ανησυχία των Ιταλών εντάθηκε ακόμη περισσότερο: «στον τομέα της Κορυτσάς έχουμε ήδη αποσυρθεί στη γραμμή αντίστασης…». Την ίδια μέρα ο στρατηγός Αρμελλίνι, βοηθός του αρχηγού του Γενικού Επιτελείου Μπαντόλιο, γράφει: «η επίθεση στην Ήπειρο ατονεί λόγω εξάντλησης της επιθετικής δυνατότητας των μεραρχιών μας. … στον τομέα της Κορυτσάς οι Έλληνες επιμένουν στην επίθεση. … Συμπερασματικά, ακόμα κι αν επιτευχθεί να διορθωθεί η κατάσταση, πλήρης αποτυχία της επιχείρησής μας».

Τη δεινή θέση παρουσιάζει καθαρά ο πτέραρχος Πρίκολο: «κάθε άλλο παρά προέλαση προς Ιωάννινα και Πρέβεζα. Τα τμήματά μας έχουν αναχαιτισθεί στο Καλπάκι. … Ο Μουσολίνι, αφού εξέτασε τις αεροφωτογραφίες (τα υψώματα Γκραμπάλα, Ψηλορράχη και Ασόνισσα στο Καλπάκι), έμεινε επί αρκετά λεπτά στενοχωρημένος και σιωπηλός. … Οι Έλληνες δεν είχαν καμιά διάθεση να υποχωρήσουν».

Στις 8 Νοεμβρίου υπό πίεση το Ιταλικό Επιτελείο Στρατού εξέδωσε διαταγή: «Κατόπιν ανώτατης διαταγής λαμβανομένης της παρούσης κατάστασης αναστείλατε την επιθετική ενέργεια στην Ήπειρο, ενόψει ανάληψης νέας δράσης μελλοντικά».

Στις 9 Νοεμβρίου αντικαθίσταται τελικά ο Πράσκα από τον Σοντού πράγμα που φανερώνει ανάγλυφα τη δύσκολη θέση που βρισκόταν το ιταλικό στρατόπεδο.

Για ένα μικρό χρονικό διάστημα (9 – 13 Νοεμβρίου) οι Ιταλοί αναθάρρησαν γιατί ο Ελληνικός Στρατός περιόρισε τις επιθετικές ενέργειες. Οι Ιταλοί νόμισαν ότι η ελληνική ορμή εξαντλήθηκε, αλλά στην πραγματικότητα οι Έλληνες ετοιμάζονταν για τη γενική αντεπίθεση.

Γενική επίθεση

Στις 14 Νοεμβρίου ο ελληνικός στρατός εξαπολύει γενική αντεπίθεση σε όλο το μέτωπο που κατέληξε στην κατάληψη της Κορυτσάς και άλλων περιοχών της Αλβανίας. Ο Αρμελλίνι στις 19 Νοεμβρίου έγραφε: «Ο Ντούτσε είχε χείριστη διάθεση εξαιτίας της κατάληψης της Ερσέκας από τους Έλληνες. Η Ερσέκα είναι ιδιαίτερα αξιόλογη θέση καθόσον διακόπτει τις συγκοινωνίες και παρέχει ευκολία ανάπτυξης δράσης κατά της Κορυτσάς».

Το απόγευμα της 21ης Νοεμβρίου ο Τσιάνο έγραφε: «ο Σοντού ανακοίνωσε ότι προτίθεται να εκκενώσει την Κορυτσά και να συμπτύξει ολόκληρο το μέτωπο. Ο Μουσολίνι του ζητά να το σκεφτεί καλύτερα, αλλά η υποχωρητική κίνηση είναι ήδη σε εξέλιξη και δεν μπορεί πλέον να ανακοπεί…».

28 Νοεμβρίου ο Τσιάνο αναφέρει: «άσχημα νέα από την Αλβανία. Η ελληνική πίεση συνεχίζεται, ενώ η δική μας αντίσταση εξασθενεί», ενώ ο Σταράτσε, αρχηγός της Μιλίτσια, επιστρέφοντας από το μέτωπο, ανέφερε, σύμφωνα πάντα με τα γραπτά του Τσιάνο ότι: «βλέπει την κατάσταση πολύ σκοτεινή…. Οι στρατιώτες μας πολέμησαν λίγο και άσχημα. Αυτή – ισχυρίζεται – είναι η βασική και αληθινή αιτία των εκεί συμβάντων».

Στα τέλη Νοεμβρίου ο πτέραρχος Πρίκολο γράφει στο βιβλίο του: «σε ό,τι αφορά τον ελληνοϊταλικό πόλεμο δεν έχω παρά ελάχιστα πράγματα να προσθέσω… Η καταστροφή εκδηλώθηκε τόσο απροσδόκητα, τόσο παράλογα και ταυτόχρονα τόσο σοβαρά, ώστε όλοι μας είμαστε χαμένοι».

Στις 30 Νοεμβρίου ο Μουσολίνι συγκάλεσε Υπουργικό Συμβούλιο και εξήγησε στους απληροφόρητους, ακόμη και τότε υπουργούς του, την κατάσταση στο μέτωπο. Ανέλαβε την ευθύνη για την καταστροφή, αλλά άφησε μομφές κατά του στρατάρχη Μπαντόλιο, γιατί ήταν όχι μόνο σύμφωνος για την επίθεση κατά της Ελλάδας, αλλά παρουσιαζόταν ως ο πλέον αδιάλλακτος. Και ο Ντούτσε τελείωσε με τη φράση: «η κατάσταση είναι σοβαρή. Δεν αποκλείεται μάλιστα να αποβεί δραματική».

Σε 3 μέρες ο στρατηγός Σοντού εξέθεσε στον Ντούτσε τη σοβαρότατη στρατιωτική κατάσταση, διασαφήνιζε την αδυναμία αντίδρασης και παρακαλούσε για πολιτική λύση του ζητήματος!!! Ο Τσιάνο έγραψε: «ο Μουσολίνι με καλεί στο Παλάτσο Βενέτσια (το Υπουργείο Στρατιωτικών). Τον βρίσκω κουρασμένο όσο ποτέ άλλοτε. Δεν υπάρχει άλλη διέξοδος, μου λέει. Πρέπει να ζητήσουμε μέσω Χίτλερ εκεχειρία!!! Αδύνατον, του απαντώ. Οι Έλληνες θα θέσουν ως πρώτο όρο την προσωπική εγγύηση του Φύρερ ότι δεν θα ενεργήσουμε ποτέ πλέον εναντίον τους. Προτιμώ να τινάξω τα μυαλά μου παρά να τηλεφωνήσω στον Ρίμπεντροπ (Υπουργό Εξωτερικών της Γερμανίας). … Εκείνο το οποίο έχει σήμερα σημασία είναι να αντέξουμε και να διατηρηθούμε στην Αλβανία. Ο χρόνος θα φέρει τη νίκη. Αν όμως ενδώσουμε, αυτό θα είναι το τέλος».

Πυροβολικό του Ελληνικού Στρατού βάλλει κατά του υψώματος Ιβάν, κοντά στην Κορυτσά.

Ο Μουσολίνι αποφάσισε να κάνει μια τελευταία προσπάθεια, αποστέλλοντας το νέο αρχηγό του Γενικού Επιτελείου, τον Καβαλλέρο, στο μέτωπο. Σε κάποια στιγμή εκνευρισμένος είπε: «Κάθε άνθρωπος διαπράττει ένα μοιραίο σφάλμα στη ζωή του. Εγώ το διέπραξα όταν πίστεψα σε όσα μου έλεγε ο στρατηγός Πράσκα. Πώς να το είχα αποφύγει όταν ο άνθρωπος αυτός φαινόταν τόσο βέβαιος για τον εαυτό του;».

Εντωμεταξύ στην επιστολή του Σοντού ο Πρίκολο αντιδρά και γράφει: «Επρόκειτο περί σαφέστατης πρόσκλησης για αίτηση ανακωχής. … Έπρεπε να αποτραπεί απολύτως μια τόσο ταπεινωτική λύση, η οποία θα κάλυπτε το ιταλικό έθνος με ντροπή για αιώνες ολόκληρους…. Εισήλθα μετά από λίγο στο γραφείο του Μουσολίνι. Ήταν εκνευρισμένος και ερεθισμένος όσο ποτέ άλλοτε. … Του είπα ότι αντί να ζητήσουμε ανακωχή από την Ελλάδα δεν είναι προτιμότερο να φύγουμε όλοι για την Αλβανία και να πέσουμε στη μάχη; Μου είπε ότι έχω δίκιο. Δεν θα ζητήσουμε ανακωχή. Τελικά ανακωχή δε ζήτησε. Αλλά η απεγνωσμένη έκκληση του Σοντού μας έριξε όλους στην πιο βαθιά κατάθλιψη. Ήταν η πρώτη σοβαρότατη επίσημη αναγνώριση της τρομερότερης στρατιωτικής κρίσης της ιστορίας μας και της ανικανότητάς μας να την αντιμετωπίσουμε».

Όλα τα παραπάνω δείχνουν ολοκάθαρα ότι η κατάσταση ήταν δραματική στο ιταλικό στρατόπεδο, αφού μάλιστα έφτασαν να σκέφτονται να ζητήσουν ανακωχή από την Ελλάδα. Ήταν το κλίμα χειρότερο και από αυτό που νόμιζε τότε ο ελληνικός λαός και η ηγεσία του.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Στρατιωτική Ιστορία, τεύχος 74, Αθήνα Οκτώβριος 2002.

Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, εκδ. Αθηνών

https://el.wikipedia.org/

Πηγή

http://eranistis.net

77 χρόνια από το ηρωικό ΟΧΙ

Δημοφιλέστερα

To Top