ΑΓΡΟΤΙΚΑ

Ξέµειναν από ελαιόλαδο οι Ιταλοί λόγω της κλιματικής αλλαγής

Σε χαµηλό 25ετίας η παραγωγή το 2018, που ήταν µειωµένη κατά 57%, µόλις 185.000 τόνοι, και επαρκεί µέχρι τον Απρίλιο

Χωρίς ελαιόλαδο θα µείνουν από τον Απρίλιο οι Ιταλοί, αφού σύµφωνα µε προβλέψεις της συνοµοσπονδίας παραγωγών Coldiretti, η παραγωγή του 2018 ήταν µειωµένη κατά 57%, όπερ σηµαίνει ότι παρήχθησαν 185.000 τόνοι ελαιολάδου συνολικά, ποσότητα που αρκεί µόλις για τέσσερις µήνες και αποτελεί χαµηλό 25ετίας.

Για την καταστροφή οι παραγωγοί θεωρούν ως βασικό υπεύθυνο την κλιµατική αλλαγή και τα ακραία καιρικά φαινόµενα αλλά και την τεράστια ζηµιά που προκάλεσε στους ελαιώνες της Απουλίας το γνωστό βακτήριο Xyllela fastidiosa.

Η Απουλία είναι η κατεξοχήν ελαιοπαραγωγός περιφέρεια της Ιταλίας, καθώς σε αυτήν παράγεται το 65% του ιταλικού ελαιολάδου, που σε µια κανονική χρονιά µεταφράζεται σε 400.000 τόνους. Σύµφωνα µε τα σχετικά δηµοσιεύµατα, η τιµή του ελαιολάδου στη γείτονα εκτινάχθηκε κατά 31% πάνω τον Ιανουάριο και τώρα οι καταναλωτές ανησυχούν ότι οι παραγωγοί θα «νοθεύσουν» την παραγωγή µε χαµηλότερης ποιότητας ελαιόλαδο από την Τυνησία ή την Ισπανία.

Στη σχετική της ανακοίνωση για την κατάσταση στην ιταλική αγορά ελαιολάδου η Coldiretti σηµείωνε: «Βρισκόµαστε αντιµέτωποι µε τον κίνδυνο να χάσουµε για πάντα την ευκαιρία να καταναλώνουµε έξτρα παρθένο ιταλικό ελαιόλαδο, κάτι που αν συµβεί, θα έχει καταστροφικές συνέπειες για την οικονοµία, την αγορά εργασίας, τη δηµόσια υγεία και την ύπαιθρο».

Αξίζει να σηµειωθεί ότι χθες δηµοσιεύθηκαν και τα στοιχεία για το εµπορικό ισοζύγιο της Ιταλίας, σύµφωνα µε τα οποία το εµπορικό της πλεόνασµα από 5,081 δισεκατοµµύρια ευρώ που ήταν τον ∆εκέµβριο του 2017 έπεσε στα 3,65 δισεκατοµµύρια ευρώ τον ∆εκέµβριο του 2018. Οι εξαγωγές σηµείωσαν πτώση 2,7% σε ετήσια βάση, ενώ οι εισαγωγές αυξήθηκαν κατά 1,4% στο ίδιο διάστηµα. Για το σύνολο του έτους 2018 το εµπορικό πλεόνασµα της χώρας ήταν 39,084 δισεκατοµµύρια ευρώ, ενώ για το 2017 ήταν 47,642 δισεκατοµµύρια ευρώ. Μένει να φανεί πόσο θα πλήξει την ιταλική οικονοµία το πρόβληµα µε το ελαιόλαδο αλλά και µε άλλα αγροτικά προϊόντα, η παραγωγή των οποίων έχει διαταραχθεί από την κλιµατική αλλαγή.

Προβλήματα

Αξίζει, βέβαια, να τονιστεί ότι δεν αντιµετώπισαν όλες οι ελαιοπαραγωγικές χώρες τα ίδια προβλήµατα µε την Ιταλία. Επί παραδείγµατι, η Ισπανία είναι η µοναδική από τις ελαιοπαραγωγούς χώρες της Ευρώπης που φέτος είδε αύξηση της παραγωγής της και µάλιστα κατά 25% (έφτασε στα 1,8 εκατοµµύρια τόνους). Σηµειώνεται ότι εκτός από την Ιταλία και η Ελλάδα αλλά και η Πορτογαλία είδαν σηµαντική µείωση στην παραγωγή τους, µε τα ποσοστά να ανέρχονται σε περίπου 35% και 20% αντίστοιχα Οσον αφορά τη συνολική παραγωγή ελαιολάδου παγκοσµίως, αυτή φέτος ανήλθε σε 3,45 εκατοµµύρια τόνους και σε σχέση µε την περσινή, που ήταν 3,65 εκατοµµύρια τόνους, είναι ελαφρώς µειωµένη.

Οπως αναφέρουν οι ειδικοί, η µείωση είναι αποτέλεσµα σε µεγάλο βαθµό της κλιµατικής αλλαγής και όπως αναφέρει το ειδικό έντυπο «Olive Oil Times», είναι αποτέλεσµα «των διάφορων εκτός εποχής κυµάτων παγετού και των περιόδων καύσωνα που έπληξαν πολλές ελαιοπαραγωγικές περιοχές φέτος». Σύµφωνα πάντα µε τα επίσηµα στοιχεία, σηµαντική µείωση στην παραγωγή της τάξεως του 30% σηµειώθηκε και στην Καλιφόρνια, όπου και εκεί η άνοιξη ήρθε πολύ νωρίς αλλά και σηµειώθηκαν κύµατα παγετού. Οι ειδικοί µάλιστα εκτιµούν ότι στην Καλιφόρνια οι εναλλαγές αυτές του καιρού και των εποχών θα είναι πλέον καθεστώς.

Επανέρχονται οι Ιταλοί για το λακωνικό ελαιόλαδο

Παρά τις διακυμάνσεις που χαρακτηρίζουν τη φετινή ελαιοκομική χρονιά, λόγω των προβλημάτων που αντιμετώπισε η παραγωγή (λόγω προσβολής από δάκο και δυσμενών καιρικών συνθηκών), σε σταθερά επίπεδα κινούνται οι τιμές για το έξτρα παρθένο ελαιόλαδο. Σύμφωνα με την εφημερίδα «Ύπαιθρος», χαρακτηριστική της φετινής ελαιοκομικής περιόδου που οδεύει στο τέλος, ήταν η διαφοροποίηση των τιμών, λόγω των διακυμάνσεων στις οξύτητες των ελαιολάδων, ενώ προβληματική ήταν και η κατηγοριοποίηση βάσει των οργανοληπτικών τους χαρακτηριστικών.

Ειδικά, για τη Λακωνία, φαίνεται ότι «αναζωπυρώθηκε» μερικώς το ενδιαφέρον των Ιταλών εμπόρων, παρά το γεγονός ότι οι τελευταίοι με την έναρξη της ελαιοκομικής περιόδου στην Ισπανία, είχαν στραφεί προς την παραγωγή της ιβηρικής χερσονήσου. Μιλώντας στην «Ύπαιθρο», ο πρόεδρος της Κοινοπραξίας Αγροτικών Συνεταιρισμών Επιδαύρου Λιμηράς Λακωνίας (ΚΑΣΕΛΛ) κ. Γιώργος Γραμματικάκης επεσήμανε: «Βλέπουμε ότι κινούνται λίγο καλύτερα από ό,τι έναν με ενάμιση μήνα πριν, που είχαν φύγει προς την Ισπανία».

Σύμφωνα με τον ίδιο, στην τιμή των 3,50-3,60 ευρώ το κιλό πωλούνται σταθερά τα ποιοτικά έξτρα παρθένα ελαιόλαδα του νομού (τριών γραμμών οξύτητας), ενώ τα προϊόντα 5-6 γραμμών διατίθενται στην τιμή ακόμα των 3 ευρώ το κιλό. «Μέχρι στιγμής ό,τι είναι για πώληση φεύγει, κυρίως μέσω διαπραγματεύσεων, ενώ και η τιμή είναι περίπου στα περσινά επίπεδα. Ωστόσο, διαφορετική φαίνεται η πορεία των λαδιών μεγαλύτερης οξύτητας, 5-6 γραμμών, τα οποία εμφανίζουν μία εμπορική δυσκολία, αφού αφορούν ποιότητα που έχει παραχθεί στις περισσότερες περιοχές της χώρας» διευκρίνισε ο κ. Γραμματικάκης και κατέληξε: «Αυτά τα βαριά λάδια μπορεί να έχουν και άλλα ελαττώματα, όπως αλλοιώσεις στα αρώματα και στη γεύση που προκλήθηκαν λόγω των προσβολών από δάκο και γλοιοσπόριο».

Εντυπωσιακός ο τζίρος των εξαγωγών

Εξάλλου, στο 1 δισ. ευρώ ανέρχονται οι ελληνικές εξαγωγές ελαιολάδου και επιτραπέζιας ελιάς, όπως ανέφερε μιλώντας στον ραδιοφωνικό σταθμό του ΑΠΕ-ΜΠΕ «Πρακτορείο 104,9 FM» o καθηγητής Γεωπονίας και Δασολογίας του Τομέα Επιστήμης και Τεχνολογίας Τροφίμων ΑΠΘ Δημήτρης Γερασόπουλος, επισημαίνοντας την εξαγωγική δυναμική των συγκεκριμένων προϊόντων, ενώ προειδοποίησε ότι τα περισσότερα κράτη που ασχολούνται με την ελαιοπαραγωγή αυξάνουν την έκταση των ελαιώνων τους. «Τα περισσότερα κράτη που ασχολούνται με την ελαιοκομία αυξάνουν τις καλλιέργειές τους, συνεπώς όποιος μείνει πίσω στο κομμάτι αυτό θα έχει κάποιες συνέπειες» πρόσθεσε ο κ. Γερασόπουλος και συνέχισε: «Γι’ αυτό είναι πολύ σημαντικό και εμείς σιγά – σιγά να αυξάνουμε την καλλιέργεια και την παραγωγή ελαιοκομικών προϊόντων».

«Να έχουμε ως δεδομένο ότι η παραγωγή έχει πολύ μεγάλες αυξομειώσεις» διευκρίνισε ο κ. Γερασόπουλος, υπογραμμίζοντας ότι αυτές οφείλονται σε μια σειρά από παράγοντες, κλιματικούς και άλλους. Πρόσθεσε ότι λόγω της ετήσιας διακύμανσης, μια χρονιά χαμηλής παραγωγικότητας «μπορεί να βλάψει και τις εξαγωγές και το μερίδιο της αγοράς στο εξωτερικό» και συνέχισε: «Άρα πρέπει να είμαστε σε ένα υψηλό όριο ελαιοπαραγωγής και βέβαια να μην μειονεκτήσουμε σε σχέση με άλλες χώρες που αυξάνουν την παραγωγή τους».

Με πληροφορίες από ypaithros.gr
lakonikos.gr – ethnos.gr

Ξέµειναν από ελαιόλαδο οι Ιταλοί λόγω της κλιματικής αλλαγής
To Top