ΑΓΡΟΤΙΚΑ

Kαταπολέμηση του δάκου: η αλόγιστη χρήση φυτοφαρμάκων υποβαθμίζει ποιοτικά το ελαιόλαδο

Του Δρ. Σπύρου M. Λιονάκη (Ομότιμος Καθηγητής Δενδροκομίας ΤΕΙ Κρήτης Πρώην Τακτικός Ερευνητής στο Ινστιτούτο Ελιάς, Υποτροπικών Φυτών και Αμπέλου Χανίων).

Kαταπολέμηση του δάκου και επιπτώσεις στην ποιότητα και στο περιβάλλον

Τα πολυετή πειραματικά αποτελέσματα του Ινστιτούτου Ελιάς, Υποτροπικών Φυτών και Αμπέλου Χανίων και άλλων ερευνητικών ιδρυμάτων της χώρας σχετικά με την καταπολέμηση του δάκου της ελιάς, οι σχετικές οδηγίες φυτοπροστασίας για την ελιά του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, καθώς επίσης και οι ενημερωτικές ανακοινώσεις των Διευθύνσεων Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής των ελαιοκομικών Περιφερειών της χώρας, δίδουν σαφείς οδηγίες πώς θα καταπολεμηθεί αποτελεσματικά ο δάκος της ελιάς, χρησιμοποιώντας στον σωστό χρόνο τα κατάλληλα εγκεκριμένα φυτοφάρμακα και με το σωστό τρόπο εφαρμογής τους στα δένδρα.

Νομικό πλαίσιο και προϋπολογισμός

Είναι γνωστό ότι η αντιμετώπιση του δάκου σε επίπεδο χώρας χρηματοδοτείται κάθε χρόνο με το πρόγραμμα δακοκτονίας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, οι αρμοδιότητες υλοποίησης του οποίου έχουν περιέλθει στις Περιφερειακές Ενότητες (πρώην Νομαρχιακές Αυτοδιοικήσεις) με τον νόμο 2218/1994 άρθρο 36. Για το έτος 2018, ο προϋπολογισμός του προγράμματος δακοκτονίας ανήλθε στο ύψος των 20.100.000 ευρώ, τα οποία κατανεμήθηκαν στις ελαιοκομικές περιφέρειες της χώρας ανάλογα με τα καλλιεργούμενα σε κάθε περιφέρεια ελαιόδεντρα. Όσον αφορά στην εφαρμογή των προγραμμάτων δακοκτονίας, η κατάρτιση, ο συντονισμός, η εποπτεία και ο έλεγχος υλοποίησής τους ανήκει στις Διευθύνσεις Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής (ΔΑΟΚ) των ελαιοκομικών Περιφερειακών Ενοτήτων (Π.Ε.) της χώρας.

Δολωματικοί από εδάφους ψεκασμοί

Μέχρι σήμερα και έως ότου υιοθετηθούν νέοι τρόποι αντιμετώπισης του δάκου πιο φιλικοί στο περιβάλλον και περισσότερο οικονομικοί – οι οποίοι ήδη ευρίσκονται σε ερευνητικό στάδιο- ο δάκος αντιμετωπίζεται με δολωματικούς από εδάφους ψεκασμούς μέσω του υφιστάμενου προγράμματος δακοκτονίας του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων.

Είναι αποδεδειγμένο ότι ο δάκος αντιμετωπίζεται με μεγάλη επιτυχία εφόσον γίνει σωστή εφαρμογή του προγράμματος δακοκτονίας. Οι δολωματικοί από εδάφους ψεκασμοί, αποτελούν την προληπτική μέθοδο καταπολέμησης του δάκου και συνίσταται στην εφαρμογή ψεκασμών με δολώματα που περιέχουν μια ελκυστική ουσία για τον δάκο σε συγκέντρωση 2%-3% και ένα εντομοκτόνο σε συγκέντρωση 0,3% Οι ψεκασμοί αυτοί γίνονται, με δαπάνη του προγράμματος δακοκτονίας, από ειδικά συνεργεία, τα οποία οργανώνονται και κατευθύνονται από εργολάβους (δήμοι, συνεταιρισμοί, ιδιώτες), όπως προβλέπεται από την νομοθεσία. Γίνονται όμως και ιδιωτικά από μεμονωμένους ελαιοπαραγωγούς, τόσο συμβατικής όσο και βιολογικής παραγωγής.

Οι ψεκασμοί αυτού του είδους, εφόσον γίνουν σωστά, προστατεύουν επαρκώς τον ελαιόκαρπο και δεν απαιτείται η πλήρης κάλυψη των ελαιόδεντρων με ψεκαστικό υλικό. Επιπλέον, με τους δολωματικούς ψεκασμούς δεν επηρεάζεται η βιοποικιλότητα της πανίδας και των ωφέλιμων εντόμων και δεν μολύνεται το περιβάλλον με φυτοφάρμακα. Στους τελικούς δολωματικούς ψεκασμούς που οργανώνονται από τις κρατικές υπηρεσίες, ακολουθούνται πιστά οι οδηγίες που αναγράφονται στις ετικέτες των φυτοπροστατευτικών προϊόντων, ώστε να μηδενιστούν οι πιθανότητες για την ύπαρξη υπολειμμάτων στον ελαιόκαρπο και στο ελαιόλαδο.

Οι δολωματικοί ψεκασμοί σταματούν αρκετές ημέρες πριν την έναρξη συγκομιδής του ελαιόκαρπου και στον τελευταίο ψεκασμό χρησιμοποιούνται υδατοδιαλυτά φυτοφάρμακα, τα οποία δεν αφήνουν υπολείμματα στο ελαιόλαδο. Ο πρώτος ψεκασμός γίνεται πριν από την πήξη του πυρήνα και ακολουθούν 2-4 ψεκασμοί εφόσον υπάρξει αύξηση του πληθυσμού, η όποια εκτιμάται με συλλήψεις και καταμετρήσεις ακμαίων εντόμων σε δακοπαγίδες. Κατά τον δολωματικό ψεκασμό δεν χρειάζεται να ψεκαστεί όλη η επιφάνεια του δέντρου, αρκεί ψεκασμός με 50-200 κυβικά εκατοστά ψεκαστικού υγρού ανά δένδρο, με μορφή χονδρών σταγόνων. Σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία, το ελαιουργείο παρακρατεί το 2% του παραγόμενου από κάθε ελαιοπαραγωγό ελαιόλαδου, την αξία του οποίου καταβάλλει στην αρμόδια δημόσια υπηρεσία, προκειμένου να καλυφθεί το κόστος για την οργάνωση και πραγματοποίηση των δολωματικών ψεκασμών από τους φορείς, οι οποίοι είναι υπεύθυνοι για τον σκοπό αυτό.

Οι ψεκασμοί κάλυψης

Τα τελευταία, όμως, χρόνια παρατηρείται μεγάλο πρόβλημα στην σωστή αντιμετώπιση του δάκου με δολωματικούς από εδάφους ψεκασμούς. Έτσι, ολοένα υποβαθμίζεται η αποτελεσματικότητά τους, λόγω πλημμελούς οργάνωσης στην εκτέλεση τους από τους αρμόδιους φορείς, η οποία οφείλεται στην ελλιπή εκπαίδευση του εργατικού προσωπικού, στον κακό συντονισμό των εργασιών, στην πλημμελή εποπτεία και στον σχεδόν ανύπαρκτο έλεγχο. Αυτό έχει ως συνέπεια οι ίδιοι οι παραγωγοί, προκειμένου να διασώσουν την παραγωγή τους από τον δάκο, να προβαίνουν στην εκτέλεση ψεκασμών κάλυψης στα ελαιόδεντρά τους, με όλες τις δυσμενείς συνέπειες που μπορεί να έχει αυτός ο τρόπος καταπολέμησης.

Οι ψεκασμοί κάλυψης οι οποίοι γίνονται με μπεκ ψεκασμού σε κάθε δένδρο ξεχωριστά, συνιστούν την θεραπευτική μέθοδο της χημικής καταπολέμησης και γίνονται με μη φιλικά προς το περιβάλλον εντομοκτόνα και στοχεύουν στη θανάτωση τόσο των ακμαίων εντόμων που βρίσκονται επί των δέντρων, όσο και των προνυμφών που βρίσκονται μέσα στον ελαιόκαρπο. Κατά τους ψεκασμούς κάλυψης γίνεται πολύ καλή διαβροχή των δένδρων με ψεκαστικό υλικό και απαιτούνται περί τα 10-15 λίτρα ανά δένδρο. Οι ψεκασμοί αυτοί, οι οποίοι γίνονται από μεμονωμένους ελαιοπαραγωγούς όταν έχει προσβληθεί τουλάχιστον το 5% των καρπών, θανατώνουν εκτός από τον δάκο και όλα τα ωφέλιμα έντομα που ευρίσκονται επάνω στη βλάστηση του δένδρου, επηρεάζοντας αρνητικά την βιοποικιλότητά της πανίδας, μολύνουν το περιβάλλον και επιπλέον αυξάνουν την πιθανότητα ύπαρξης φυτοφαρμάκων στον ελαιόκαρπο και στο παραγόμενο ελαιόλαδο. Να σημειωθεί ότι δεν επιτρέπονται οι ψεκασμοί κάλυψης για την αντιμετώπιση του δάκου σε ελαιώνες, ο ελαιόκαρπος των οποίων προορίζεται για παραγωγή ΠΟΠ ή ΠΓΕ ελαιοκάρπου και ελαιολάδου, που συνήθως αποτελούν την πλειονότητα των ελαιώνων στις περισσότερες ελαιοκομικές περιοχές της χώρας. Το περίεργο είναι ότι ο ελαιόκαρπος και το ελαιόλαδο που παράγονται από ελαιόδεντρα στα οποία έχει γίνει εφαρμογή ψεκασμών κάλυψης συμπεριλαμβάνονται στην πλεονεκτική κατηγορία ΠΟΠ ή ΠΓΕ.

Η απειλή των τουρμπίνων

Είναι γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια έχει αυξηθεί ανησυχητικά η εφαρμογή ψεκασμών κάλυψης, αλλά το πλέον ανησυχητικό είναι ότι η εφαρμογή των περισσότερων ψεκασμών κάλυψης γίνεται με τουρμπίνες. Η τουρμπίνα είναι μια ισχυρή ψεκαστική αντλία που λειτουργεί με κίνηση από τρακτέρ και με τα πολλά μπεκ ψεκασμού που διαθέτει, δημιουργεί ένα τεράστιο νέφος ψεκαστικού υγρού, το οποίο διασκορπίζεται με μεγάλη πίεση στα δένδρα και φθάνει σε ακτίνα και ύψος 30-40 μέτρα. Αυτός είναι ο λόγος που οι ψεκασμοί με τουρμπίνα γίνονται με νηνεμία, πολύ ενωρίς το πρωί ή αργά το βράδυ και ο χειριστής του τρακτέρ, για να προστατέψει τον εαυτό του από το τοξικό και δηλητηριώδες ψεκαστικό υγρό, φοράει ειδική ολόσωμη στολή και ειδική αναπνευστική μάσκα. Είναι ήδη γνωστό ότι πριν από μερικά χρόνια η καταπολέμηση του δάκου γινόταν με αεροψεκασμούς, οι οποίοι καταργήθηκαν μετά από μεγάλες προσπάθειες της Πολιτείας, επειδή δημιουργούσαν μεγάλη οικολογική καταστροφή στο περιβάλλον. Η εφαρμογή μη φιλικών προς το περιβάλλον εντομοκτόνων για την καταπολέμηση του δάκου με τουρμπίνες προκαλεί μεγαλύτερη ζημιά από τους αεροψεκασμούς επειδή, εκτός από τον δάκο, εξολοθρεύονται και τα πολυάριθμα παράσιτά του, αλλά και άλλα ωφέλιμα έντομα που ευρίσκονται στα ελαιόδεντρα και στη επίγεια βλάστηση και επιπλέον μολύνεται ο ελαιόκαρπος και το ελαιόλαδο. Θα πρέπει να καταβληθεί κάθε προσπάθεια από την πολιτεία ώστε οι τουρμπίνες να μην χρησιμοποιούνται για την καταπολέμηση του δάκου με διασπορά εντομοκτόνων, αλλά ο δάκος να αντιμετωπίζεται μόνο με δολωματικούς από εδάφους ψεκασμούς, με χρήση εγκεκριμένων εντομοκτόνων, ώστε να διασφαλιστεί η παραγωγή ελαιολάδου χωρίς τοξικά υπολείμματα φυτοφαρμάκων.

Συχνά εφαρμόζονται από ιδιώτες ελαιοπαραγωγούς ψεκασμοί κάλυψης με εντομοκτόνα που δεν έχουν έγκριση για την καταπολέμηση του δάκου, τα οποία εάν εφαρμοστούν με τουρμπίνα μολύνουν επιπλέον τον ελαιόκαρπο και το ελαιόλαδο των γειτονικών ελαιώνων. Η ζημία από την εφαρμογή ψεκασμών κάλυψης κατά του δάκου με τουρμπίνα είναι ήδη ορατή και αναμένεται να γίνει αρκετά μεγάλη πολύ σύντομα.

Σύμφωνα με στοιχεία από αναλύσεις τουλάχιστον 3.000 δειγμάτων ελαιόλαδου, που έγιναν από πιστοποιημένο χημικό εργαστήριο της χώρας κατά την πενταετία 2014-2018, έχουν ανιχνευτεί εντομοκτόνα σε ποσοστό 71,6% των δειγμάτων. Το πλέον ανησυχητικό, όμως, είναι ότι, κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, το ποσοστό δειγμάτων ελαιόλαδου που εμπεριείχαν εντομοκτόνα με τη δραστική ουσία Chlorpyrifos-ethyl -η οποία δεν είναι εγκεκριμένη για την καταπολέμηση του δάκου της ελιάς- ανέρχεται σε ποσοστό 60,6%, σε σύνολο τουλάχιστον 2.000 δειγμάτων ελαιόλαδου που αναλύθηκαν. Είναι χαρακτηριστικό ότι βιολογικοί ελαιώνες γειτονικοί, αλλά ακόμα και απομακρυσμένοι από συμβατικούς, έχει βρεθεί να έχουν επιμολυνθεί από εντομοκτόνα εξαιτίας της διασποράς τους με ψεκασμούς κάλυψης, που γίνονται συνήθως με τουρμπίνα.

Αν δεν ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα, είναι αναμενόμενο ότι τα αμέσως επόμενα χρόνια δεν θα υπάρχουν καθαρά από εντομοκτόνα συμβατικά και βιολογικά ελαιόλαδα, κατάλληλα για τυποποίηση και εμπορία. Το παραπάνω, είναι πολύ πιθανό να συμβεί στις περιοχές όπου γίνονται οι ψεκασμοί κάλυψης και ειδικά ψεκασμοί με την χρήση τουρμπίνας.

Σύμφωνα με τον πρόσφατο κανονισμό ΕΕ 2018/686, που δημοσιεύτηκε στις 16/5/2018, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή μείωσε τις τιμές των ανώτατων ορίων υπολειμμάτων των φυτοφαρμάκων Chlororpyryfos και Chlorpyrifos-methyl στις ελιές που προορίζονται για παραγωγή ελαιόλαδου από 0,05 mg/kg σε 0,01 mg/kg και τα ανώτατα αυτά όρια υπολειμμάτων θα ισχύουν από φέτος, μετά τις 5 Δεκεμβρίου 2018.

Θα πρέπει λοιπόν οι εμπλεκόμενοι με την καταπολέμηση του δάκου φορείς (Υπουργείο, ΠΕ, ΔΑΟΚ, Δήμοι, Συνεταιρισμοί) να καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να γίνονται σωστά οι δολωματικοί από εδάφους ψεκασμοί, για να είναι αποτελεσματικοί και προκειμένου να αποφεύγονται οι ψεκασμοί κάλυψης από τους παραγωγούς, οι οποίοι μολύνουν το ελαιόλαδο με υπολείμματα εντομοκτόνων, καταστρέφουν τα ωφέλιμα παράσιτα του δάκου και επιπλέον δημιουργούν οικολογική καταστροφή.

Προκειμένου να γίνονται σωστά οι δολωματικοί ψεκασμοί, θα πρέπει να γίνεται η κατάλληλη εκπαίδευση του εμπλεκομένου προσωπικού (εργολάβοι, παγιδοθέτες, επιστάτες, εργάτες ψεκασμού) και να υπάρχει αποτελεσματικός συντονισμός των εργασιών, καθώς επίσης και συνεχής εποπτεία και αυστηρός έλεγχος στην εκτέλεση των ψεκασμών από τους υπεύθυνους τομεάρχες δακοκτονίας. Θα πρέπει να έχουμε πάντα υπόψη ότι η αλόγιστη χρήση φυτοφαρμάκων υποβαθμίζει ποιοτικά το ελαιόλαδο, βλάπτει την υγεία των καταναλωτών, επιβαρύνει το περιβάλλον και αυξάνει το κόστος παραγωγής.

* Ο Δρ. Σπύρος M. Λιονάκης, Γεωπόνος, είναι Ομότιμος Καθηγητής Δενδροκομίας ΤΕΙ Κρήτης Πρώην Τακτικός Ερευνητής στο Ινστιτούτο Ελιάς, Υποτροπικών Φυτών και Αμπέλου Χανίων.

Αναδημοσίευση από το περιοδικό Ελιά & Ελαιόλαδο, τεύχος 85

Kαταπολέμηση του δάκου: η αλόγιστη χρήση φυτοφαρμάκων υποβαθμίζει ποιοτικά το ελαιόλαδο

Δημοφιλέστερα

To Top