ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Α΄Σεμιναριακός Κύκλος Δίκαιο και Λογοτεχνία

Το Εργαστήριο Διαχρονικής Μελέτης Ελληνικής Γλώσσας και Γραμματείας « Νίκος Καρούζος» του Τμήματος Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου ολοκλήρωσε χθες 11.12.2017 τον Α΄Σεμιναριακό Κύκλο « Δίκαιο και Λογοτεχνία» με διδάσκοντα τον γράφοντα .

Ο Φιλοκτήτης του Γιάννη Ρίτσου – Δίκαιο και Ηθική , η σωφρονιστική μεταχείριση στα Απομνημονεύματα του Μακρυγιάννη, οι δικαστικές αποφάσεις ως πραγματικά λογοτεχνικά κείμενα – Κόκκινο στην πράσινη γραμμή του Βασίλη Γκουρογιάννη – Εισβολή στην Κύπρο – Αττίλας 1974 , Ιωάννα Καρυτσιάνη – Λογοτεχνία και Δικαιοσύνη , Οδυσσέας Ελύτης, Άξιον Εστί – μια νομική διαμαρτυρία , για πέντε εβδομάδες μονοπώλησαν το ενδιαφέρον φοιτητών – τριών του Τμήματος Φιλολογίας .

Η σχέση μεταξύ δικαίου και λογοτεχνίας, μια σχέση δυναμική και πολυσύνθετη, απασχολεί ολοένα και περισσότερο την επιστημονική κοινότητα. Η αναζήτηση δικαιοσύνης σε λογοτεχνικά κείμενα, η σύγκρουση μεταξύ θεϊκής και ανθρώπινης δικαιοσύνης, η παρουσίαση δικών και των χαρακτήρων των δικηγόρων, είναι βέβαια καλά γνωστή από την αρχαιότητα.

Έργα του Σαίξπηρ, του Ντοστογιέφσκι, του Κάφκα, του Ίψεν, του Παπαδιαμάντη, του Ρίτσου, του Καζαντζάκη ή του Καραγάτση και πλήθους άλλων συγγραφέων μας επιτρέπουν να προβληματιστούμε επί της εμφάνισης του δικαίου στη λογοτεχνία. Πληθώρα μελετών ασχολείται με την πτυχή αυτή της σχέσης των δύο κλάδων, που καλείται «Δίκαιο στη Λογοτεχνία». Άλλες σημαντικές θεματικές ενότητες που αφορούν στην σχέση δικαίου και λογοτεχνίας είναι: το «Δίκαιο ως Λογοτεχνία (π.χ. κοινές ερμηνευτικές προσεγγίσεις, ή η σχέση Γλώσσας και Δικαίου»), «Λογοτεχνία στο Δίκαιο» (π.χ. δικαστικές αποφάσεις που περιλαμβάνουν αναφορά σε λογοτεχνικά κείμενα .

Η πρώτη αίσθηση που σχηµατίζει κάποιος, και ιδίως ο προπτυχιακός φοιτητής των Νοµικών Σχολών – ακόμα και Φιλολογικών Σχολών στο άκουσµα του τίτλου του παρόντος εγχειρήματος είναι πως το ζεύγµα δίκαιο και λογοτεχνία είναι παράξενο και ανοίκειο, οπότε ο συσχετισµός τους εγείρει εύλογες ενστάσεις. Είναι γεγονός ότι το δίκαιο και η λογοτεχνία, οι νοµικές επιστήµες και οι επιστήµες της λογοτεχνίας, λόγω του ότι παράγουν και ασχολούνται µε (λογοτεχνικά και νοµικά) κείµενα, συγκλίνουν στο γεγονός ότι και οι δύο εκδηλώνονται δια της γραφής και υπάρχουν µέσα σε παραδόσεις κειµένων. Επίσης, παρόλο που αποτελούν διακριτές εκφάνσεις του λόγου, το δίκαιο και η λογοτεχνία έχουν ένα κοινό υπόβαθρο: τη δεδοµένη γλώσσα της κοινότητας εντός της οποίας λειτουργούν. Πέρα όµως από αυτόν τον ελάχιστο κοινό παρανοµαστή, οι δύο αυτές δραστηριότητες του λόγου συγκροτούν δύο ξεχωριστά γραµµατειακά είδη, κλεισµένα σε ιδιαίτερες, αυτοτελείς και αυτοεξελισσόµενες κειµενικές παραδόσεις, οι οποίες υπαγορεύουν ιδιαίτερες ερµηνευτικές µεθόδους κατανόησης.

Τόσο το λογοτεχνικό έργο όσο η προϋπόθεσή του, η τέχνη της συγγραφής, ανήκουν στο πεδίο της ελευθερίας και δεν «λογοδοτούν» σε κανένα πρότυπο , δεν υποτάσσονται στις υποχρεωτικές προδιαγραφές του νοµικού εγγράφου. Η λογοτεχνική γραφή έχει, θεωρητικά, ελευθερία να ασκηθεί και να πειραµατισθεί µεθοδολογικά και το παράγωγό της, το λογοτέχνηµα, είναι, θεωρητικά, ελεύθερο να εξερευνά φανταστικούς χώρους, χρόνους, πρόσωπα, καταστάσεις, πλοκές, εξελίξεις Γι’ αυτό και η µέθοδος λογοτεχνικής γραφής εντάσσεται στα «πιστεύω» του συγγραφέα, στον χώρο των εµπρόθετων δυνατοτήτων και συνειδητών επιλογών του ως προέκταση της ελευθερίας του. Η µέθοδος λογοτεχνικής γραφής συµπίπτει µε την ίδια την πράξη της γραφής και µε το ίδιο το παραγόµενο από αυτήν αποτέλεσµα, το λογοτεχνικό έργο. ∆εν µπορεί να αυτονοµηθεί, να οριστεί εκ των προτέρων, παρά µόνον να διαπιστωθεί εκ των υστέρων. Ο συντάκτης-συγγραφέας του νοµικού κειµένου δεν έχει δεσµεύσεις µόνον ως προς τον τρόπο που θα εκφραστεί γραπτά αλλά και ως προς τον τρόπο και το µέτρο που θα «αισθανθεί». Είναι εγκλωβισµένος στην «αλήθεια» της υπόθεσης, ανάλογα µε τον θεσµικό ρόλο τον οποίο επιτελεί . Αυτή η «αλήθειά» του χαράζει την κατεύθυνση που πρέπει να ακολουθήσει, το ύφος του «πάθους» που πρέπει να υιοθετήσει. Το αντίθετο ισχύει για τον συγγραφέα-λογοτέχνη: αν το λογοτέχνηµα είναι επινόηση που προκύπτει ως αντανάκλαση της εντύπωσης ενός συµβάντος στον εσωτερικό ψυχισµό του καλλιτέχνη, αυτός δεν έχει µόνον την «πολυτέλεια», αλλά και την «υποχρέωση» να την «αισθανθεί» µε έναν τρόπο προσωπικό –«όπως αυτός θέλει»–, µη αναγώγιµο –«όπως µόνον αυτός κατέχει και κανένας άλλος». Στο σηµείο αυτό υπεισέρχεται η άγνωστη για τη σύνταξη νοµικών κειµένων έννοια της ιδιωτικότητας, του ατοµικού ψυχισµού του καλλιτέχνη, ως όρων για την παραγωγή λογοτεχνηµάτων, χάρις στους οποίους αυτός έχει και την ελευθερία να (µετα)πλάθει και να αναπλάθει γεγονότα και καταστάσεις µέσα από µεταβαλλόµενες οπτικές γωνίες.

Ένα μεγάλο ευχαριστώ και από τη θέση αυτή θα ήθελα να εκφράσω στον Αντιπρύτανη Πανεπιστημίου Πελοποννήσου , Καθηγητή κο. Γεώργιο Ανδρειωμένο για την αμέριστη συμπαράστασή του στο ανωτέρω καινοτόμο εγχείρημα.

Ο Γιώργος Φερετζάκης

Γεωργίου Φερετζάκη , Δικηγόρου , Συμπαραστάτη του Δημότη και της Επιχείρησης .Υπ.Διδάκτορα Νέας Ελληνικής Φιλολογίας ΠΑ.ΠΕΛ

Α΄Σεμιναριακός Κύκλος Δίκαιο και Λογοτεχνία

Δημοφιλέστερα

To Top